«Το πρώτο µου ποιητικό “σκίρτηµα” ήλθε µέσα µου όταν ο φιλόλογος καθηγητής µου στο Γυµνάσιο-∆ηµοβέλης λεγόταν- µας έβαλε µία έκθεση, κάτι σαν πώς περάσαµε το Πάσχα… Τότε το ένα Σάββατο γράφαµε την έκθεση και το επόµενο ο καθηγητής φώναζε αυτόν που έγραψε την καλλίτερη να τη διαβάσει. Εγώ ήµουν µαθητής του δεκάξι στην έκθεση, οπότε δεν είχα ακούσει ποτέ το όνοµα µου. Και ξαφνικά ακούω “Λάνταβε σήκω στην έδρα”’ και παγώνω. Αρχίζω να διαβάζω, οι συµµαθητές µου αρχίζουν να γελούν, εγώ αρχίζω να τα χάνω κι ακούγεται ο ∆ηµοβέλης να φωνάζει: “Ησυχία, αυτό δεν είναι έκθεση είναι ποίηση”. Είχα γράψει έµµετρο αντί για πεζό κείµενο. Έτσι µου µπήκε η ιδέα, άρχισα σοβαρά να γράφω ποίηση από το 1975 και τον Μάιο του 1980 εκδίδω την “Πορεία”».
Τα παραπάνω λόγια ανήκουν στον Λαρισαίο ποιητή Κώστα Λάνταβο. Ανταµώσαµε ένα µεσηµέρι να κουβεντιάσουµε για το παρόν αφιέρωµα.
«∆εν έχεις µαγνητόφωνο;» µε ρωτάει, «όχι θέλω τα λόγια στα αυτιά και στο νου µου, κι όσα κρατήσω…».
Γνωριζόµαστε από τη δεκαετία του ΄80, µια «σταλιά» δηµοσιογράφος εγώ, γιατρός, ποιητής, αντιδήµαρχος, διευθυντής περιοδικού (Γραφή), πρόεδρος του ∆ΗΠΕΘΕ Λάρισας ο ίδιος.
Πάντα προσηνής και χαµογελαστός, ήπιος, ευγενικός και µία ηρεµία στη φωνή και την όψη. Ταραχή σου µετέδιδε µε έναν στίχο, µία γραφή… Από το χίλια εννιακόσια εβδοµήντα πέντε µέχρι σήµερα πέρασαν σαράντα πέντε χρόνια ποιητικής αναζήτησης και πορείας. Άλλαξε άραγε η γραφή του;
«Αλλάζω σε κάθε βιβλίο µου» λέει. «Θέλω την εξέλιξη, παρά το ότι το ύφος µέσα µου δεν αλλάζει. Χρησιµοποιώ τον σουρεαλισµό όπως τον χρησιµοποιεί ο Ελύτης. Όχι ότι τον έχω πρότυπο, αλλά προσπάθησα όπως κι εκείνος να αξιοποιήσω τον σουρεαλισµό σύµφωνα µε τις δυνατότητες µου τις ποιητικές». Μετά από 14 ποιητικές εκδόσεις, µεταφράσεις αρχαίων τραγωδιών και ξένων ποιητών, είναι άραγε ευχαριστηµένος;
Είµαι ευχαριστηµένος από την δουλειά µου στην ποίηση και την αποδοχή, αλλά όπως λένε, τα καλύτερα ποιήµατα δεν τα γράψαµε ακόµα… Από την πόλη µας είµαι ευχαριστηµένος.
Το έχω ξαναπεί, αν δεν ζούσα στη Λάρισα θα έγραφα άλλη ποίηση. Η Λάρισα είναι αυτή που είναι. ∆εν έχει παράδοση στα Γράµµατα και στις Τέχνες, αλλά είναι χωνευτήρι ανθρώπων, είναι ανοικτή, είναι πολυπολιτισµική.
Την αγαπώ τη Λάρισα, ξέρω τα όριά της, ξέρω και τις δυνατότητές της. Στο βάθος του χρόνου τα όρια άλλαξαν, αλλάζουν.
Το αναγνωστικό κοινό διευρύνεται, έχει νέα παιδιά στα λογοτεχνικά πράγµατα, στα εικαστικά, υπάρχει µία εξέλιξη. Όταν ξεκίνησα µαζί µε κάποιους άλλους που διέπρεψαν,-ο καθένας στην τέχνη του-, τα πράγµατα ήταν αλλιώς, επικρατούσε ο ερασιτεχνισµός παντού.
Κάποτε ο Θωµάς Ψύρρας, (σ.σ φιλόλογος, πεζογράφος), είπε πως ο Κώστας Λάνταβος έβαλε τη διαχωριστική γραµµή µεταξύ “επαγγελµατικής” και ερασιτεχνικής γραφής στην ποίηση. Η ποίηση είναι σκληρή δουλειά πράγµατι, δεν βασίζεται στην αυθόρµητη και ανεπεξέργαστη γραφή.
Ο διαχωρισµός επαγγελµατικής από την ερασιτεχνική ποίηση ήταν πάντα προσωπική απαίτηση, διαχρονική απαίτηση». Ιατρική, πολιτική, ποίηση, πώς χώρεσαν όλα µε τόση επιτυχία µέσα του;
«Η ποίηση υπήρχε πάντα µέσα µου. Είναι συστατικό του εαυτού µου. Η πολιτική προήλθε από την εσαεί ανάγκη του κάθε νέου ανθρώπου να αλλάξει τον κόσµο. Επειδή όµως, όπως πικρά διαπίστωσα αργότερα, ο κόσµος δεν αλλάζει “επαναστατικώ δικαίω”, απεχώρησα, προσπάθησα να αφήσω το στίγµα µου µόνο µέσω της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Η ιατρική ήταν αγάπη από την παιδική µου ηλικία και πιστεύω ό,τι την υπηρέτησα όσο µπορούσα πιο πιστά».
Είπαµε πολλά κείνο το µεσηµεράκι, ιδιωτικά και δηµόσια. Ελπίζω να συγκράτησα στο νου και στην καρδιά µου τα σηµαντικότερα και να τα µετέφερα σωστά. Έτσι σαν µία µικρή προσωπογραφία ενός ποιητή που όλα τα χρόνια κινείται ανάµεσά µας και κάνει στίχο την αύρα µας, και ενός ανθρώπου που ήταν και θα είναι µέντορας πολλών.
Στέλλα Μπάσδρα